«Εδώ, στα δεξιά». Μία γνώριμη φωνή ακούστηκε από τα δεξιά ενός διαδρόμου. Ο Ντέμης Ρούσσος είχε πει ότι τη φωνή αυτή -μαζί με εκείνη της Ελευθερίας Αρβανιτάκη- μπορείς να την ξεχωρίσεις ακόμα και αν το ραδιόφωνο είναι στην πιο χαμηλή ένταση. Πράγματι, στο πρώτο δέκατο του δευτερολέπτου είχα ταυτοποιήσει σε ποιον ανήκε.
Δεν πιστεύω απαραίτητα στη λογική που λέει ότι για να καταλάβεις ποιος είναι (ή καλύτερα πώς βλέπει τον εαυτό του) κάποιος μπορείς απλώς να επισκεφτείς το σπίτι του. Στην περίπτωση του Χρήστου Δάντη, που μας υποδέχτηκε το μεσημέρι εκείνης της πρόωρα ανοιξιάτικης Τρίτης, η λογική αυτή αν μη τι άλλο λειτούργησε.
Σε κάθε γωνιά του σπιτιού του υπήρχε κάτι που αφορά τη μουσική. Από μία ακουστική κιθάρα τοποθετημένη ακριβώς δίπλα από την ηλεκτρική, μέχρι τα ράφια με τα αλφαβητικά ταξινομημένα βινύλια και τον τοίχο γεμάτο με τους χρυσούς και τους πλατινένιους δίσκους του. «Το μόνο που έχω κάνει στη ζωή μου είναι να ασχολούμαι με τη μουσική», μου έλεγε λίγο αργότερα καθισμένος στον καναπέ με φόντο έναν πίνακα του γνωστότερου -άλλοτε αυθάδικου- logo ροκ μπάντας να μας βγάζει τη γλώσσα.
Μεγάλωσε στην Καισαριανή από λαϊκή οικογένεια και απέκτησε ένα τρομερό πάθος για τη μουσική που του προέκυψε από πολύ νωρίς. Όταν το 1990 ο 24χρονος τότε Χρήστος έβγαζε σε συνεργασία με τον Γιάννη Καραλή το Δαχτυλικά Αποτυπώματα, τα όνειρά του πετούσαν προς την Αμερική και τις μουσικές σπουδές εκεί. Η τρομερή και μάλλον αναπάντεχη επιτυχία εκείνου του άλμπουμ τον καθήλωσε στην Ελλάδα.
Διαβάστε περισσότερα στο vice.gr